ΠEPΣEΦONH Γ.KΑPΑMΠΑTH
Επιστημονική Συνεργάτις Κέντρο Eρευνας Μακεδονικής Ιστορίας
και Τεκμηρίωσης Iδρυμα Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα


«...J'EN aIS aSSEZ με τον στρατόν και το στάδιόν μου», έγραφε ο Μελάς σε αχρονολόγητη επιστολή του προς τον Στέφανο Δραγούμη. Αρκεί αυτή η φράση για να ξεχειλίσει ένα πάθος που το περιόριζαν οι κοινωνικές νόρμες της τάξης του και της εποχής του και εντοπίζεται σε όλα τα κείμενά του.

Ο Παύλος Μελάς δεν άφησε στα ημερολόγιά του ψυχρές αναφορές για θύτες και θύματα, δεν πολέμησε για τις εφημερίδες της εποχής, δεν πρόλαβε να αφήσει απομνημονεύματα εξωραΐζοντας τον εαυτό του και τον αγώνα. Δεν τον ενδιέφερε καν η συμβολή του στην Ιστορία. Ο Μελάς έγραφε για τη λύτρωση της ψυχής του. Στο αρχείο του, που φυλάσσεται στα Ιστορικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη, ξετυλίγεται μέσα από τις επιστολές και τα ημερολόγια η διαδικασία ωρίμασής του μετά τον ατυχή για την Ελλάδα πόλεμο του 1897, τη γέννηση της κόρης του, το θάνατο του πατέρα του.

Οι πρώιμες επιστολές του (1897-1898) διακρίνονται για τη σπιρτάδα, την ανεμελιά και την πειρακτική διάθεση του συγγραφέα. Οι κακογραμμένες, ανορθόγραφες επιστολές γίνονται από τον Παύλο μέσο διακωμώδησης των ελαττωμάτων του και των αναστολών της οικογένειας Δραγούμη. Οι αναφορές στους συγγενείς της γυναίκας του καλύπτουν την αγάπη του με λέξεις κοροϊδευτικές και συνάμα χαϊδευτικές. Τους γαμπρούς και τις κουνιάδες τούς αποκαλεί σουσουρίτες και σουσουράδες: Αγαπητή μου Ζωίτσα, μετά μεγάλης λύπης έμαθον τα της ασθενείας σου και των άλλων αγαπητών σουσουραδών και σουσουρίτων... Αλλ' ιδίως ελυπήθην όταν έμαθον ότι οι αγαπηταίς μου γάμπαις σου σε πονούν. Αυταίς και μόνον αυταίς μου εκίνησαν τόσον πολύ το ενδιαφέρον, ώστε να αποφασίσω να γράψω εν γράμμα επί πλέον, εγώ, ο γνωστός τεμπέλης...

Χαρακτηριστικό της νιότης του ήταν να αποφεύγει λέξεις που δηλώνουν θετικά για τους άλλους συναισθήματα, σαν να επρόκειτο οι λέξεις να μειώσουν αυτό που πράγματι ένιωθε. Eτσι, όσο περισσότερο αγαπάει ένα άτομο, τόσο πιο μειωτικό είναι το λεξιλόγιο και πιο περιπαιχτικός ο τόνος του: ις το συχαμένον Ναταλάκι ειπέ ότι δεν θα τω γράψ, εάν δεν με διαβεβαιώση ότι με αγαπά περισσότερον από όλον τον κόσμον και από αυτόν τον Μιχαλάκην. Και τούτο, διότι θέλω να έχω εις χείρας μου ένα docoment, με το οποίον να την διαψεύδω ανά πάσαν στιγμήν και την εξευτελίζω την μασκαρού.

Ωριμότερος

Η παιχνιδιάρικη διάθεση και ο ηρωισμός των κατοπινών επιστολών, του 1898, μειώθηκε αισθητά το 1904. Ο Μελάς, ωριμότερος, με δύο παιδιά και το θάνατο του πατέρα του να τον ακολουθεί, προσπαθεί μέσα από τα κείμενά του να περιγράψει τη βαθιά αγάπη για την οικογένειά του. Τις επιστολές του συνεχίζει να διακρίνει άκρατος συναισθηματισμός, που εκδηλώνεται με τη χρήση πολλών επιθέτων και χαϊδευτικών. Σταθερός παραμένει και ο αυτοσαρκασμός: Δεν φαντάζεσαι πόσον με τρέφει αυτή η αταξία. Εάν κρίνω από αυτήν την ευχαρίστησίν μου, ήμην εκ γενετής προορισμένος να γίνω αρματωλός. Μετά φρίκης συλλογίζομαι ότι, εάν το θελήση ο Θεός, θα υπαχθώ και πάλιν εις το αδυσώπητον πρόγραμμα των Δραγουμαίων.

Η τάση να διασκεδάζει με τα ελαττώματά του γίνεται λεπτότερη και συνάμα δηκτικότερη. Eτσι κατά τη δεύτερη αποστολή του τον Ιούλιο του 1904 έγραφε: Εάν ήμην πλέον ferre εις την Μυθολογίαν και τον Oμηρον, βεβαίως αυτός ο γερο-Oλυμπος ο επιβλητικός και μυστηριώδης θα μου ενέπνεεν τι σαφέστερον. Διότι και τώρα αυτό το επιβλητικόν θέαμα της επί του Ολύμπου φοβεράς καταιγίδας κάτι μου εμπνέει αλλά δεν ηξεύρω τι ακριβώς, διότι δεν γνωρίζω ποτέ τίποτε καλά.

Η αλλαγή της οπτικής του Μελά είναι εμφανής τόσο στις επιστολές όσο και στα σημειωματάρια της εποχής, που αποπνέουν όχι πια αμεριμνησία αλλά τον φόβο της απώλειας και της αδυναμίας του να αντιμετωπίσει μια σκληρή πραγματικότητα.

Ο Παύλος γιος των Μελάδων

Ο Παύλος Μελάς ήταν γόνος μιας οικογένειας που είχε όλες τις προδιαγραφές της υψηλής αθηναϊκής κοινωνίας. Ενθουσιώδης, παραβλέποντας τους κανόνες που ήταν αντίθετοι στα σχέδια που τον συνέπαιρναν, η ζωή του στρατιωτικού φαίνεται να έπνιγε τους πόθους του για κάτι υψηλό. Εντούτοις, η ιδέα και μόνο ότι με την ιδιότητα του στρατιωτικού θα μπορούσε να υπηρετήσει την πατρίδα, μετέτρεπε την αυστηρή στολή από δεσμώτη σε σωτήρα.

Την ήττα του 1897 τη θεωρούσε προσωπική ταπείνωση απέναντι στον πατέρα του. Ο αγώνας στη Μακεδονία του έδινε την ευκαιρία να εργαστεί για την πατρίδα και ταυτόχρονα να εξιλεωθεί στα μάτια του νεκρού ήδη πατέρα του. Είναι χαρακτηριστική η σκηνή όπου επισκέπτεται τον τάφο του Μιχαήλ Μελά την ημέρα της αναχώρησής του για τη Μακεδονία: Κάθημαι ολίγην ώραν παρά το μνήμα του. Αισθάνομαι την ψυχήν του πολύ κοντάν μου. Ενθυμούμαι με πόσην φωτιά αγαπούσε αυτός την Πατρίδα ενθυμούμαι ότι ωρκίσθην επί του φερέτρου του να αποθάνω εν ανάγκη υπέρ αυτής... Oλαι αυταί αι σκέψεις με δίδουν θάρρος και επαναφέρουν ολίγην γαλήνην εις την ψυχήν μου διότι σκέπτομαι ότι και εάν φονευθώ θα επανεύρω την ψυχήν του αγίου εκείνου ανθρώπου.

Ο Παύλος πατέρας

Η αίσθηση του ανικανοποίητου δεν ίσχυε στον ρόλο του ως πατέρα. Φαίνεται ότι τα παιδιά ήταν τα μοναδικά που κάλυπταν πλήρως τη ζωή του. Δεν δίσταζε όχι μόνο να παίζει μαζί τους δημόσια, αλλά και να χορεύει χορούς όπως το two steps και το kangaroo dance.

Περιγράφει με υπερηφάνεια το ντύσιμο, τις κινήσεις και την εντύπωση που θεωρεί ότι προξενούν στον περίγυρό τους. Ο αποχωρισμός από αυτά κάνει τον πόνο του δυσβάσταχτο. Στις μεταξύ τους σχέσεις δεν χρειαζόταν να υποκριθεί τον γενναίο ή τον σοβαρό. Hταν και αυτός ένα παιδί μέσα στο προστατευμένο περιβάλλον της οικίας των Δραγούμηδων.

Η απόφασή του να αναλάβει την αποστολή στη Μακεδονία δεν φαίνεται να του δημιούργησε ενοχές ως προς τα πατρικά του καθήκοντα. Εντούτοις, όταν αποχαιρετά τον Μίκη, προσπαθεί να απολογηθεί έμμεσα για την επιλογή του και να την εξηγήσει, θέτοντας ως υψηλότερο ιδανικό την πατρίδα αλλά επιβεβαιώνοντας ταυτόχρονα στο γιο του την αγάπη του: Εις τον Μίκην μου δίδω μίαν μικράν φωτογραφίαν μου και του γράφω το ρητόν του Επαμεινώνδα «Εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί Πάτρις». Και από κάτω, «σ' αγαπώ, σ' αγαπώ πολύ».

Ο καπετάν Μίκης Ζέζας

Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αθήνα δεχόταν στο σπίτι του πεθερού του τους κατατρεγμένους Μακεδόνες. Οι αναφορές που του έδιναν πολύ λίγο διαφώτιζαν την κατάσταση που επικρατούσε στη Μακεδονία. Γι' αυτό κατά την πρώτη του αναχώρηση, ο φόβος για το άγνωστο και ο πόνος για τον αποχωρισμό κάποιες φορές νικούν τον πόθο για την αποστολή του: Το βέβαιον είναι ότι προς το παρόν υποφέρω τόσον ώστε δεν σκέπτομαι την αποστολήν μου αλλά μόνον τον πόνον μου. Αισθάνομαι ως να απέθνησκον βραδέως με όλας μου τας αισθήσεις και δεκαπλασιασμένα τα αισθήματά μου.

Κατά τη διάρκεια των τριών εξόδων του στη Μακεδονία ζούσε σε δύο χρόνους. Στους χρόνους της Μακεδονίας και τους χρόνους της Κηφισιάς. Το ρολόι του ήταν ρυθμισμένο στην ώρα Ελλάδας και νοερά παρακολουθούσε την οικογένειά του στις καθημερινές της ασχολίες: 3 1/2 μ.μ. Το Μικάκη μου θα διασκεδάζη σήμερον εις Σάλεσι με τους θειούς του. Εγώ αυτήν την ώραν αναχωρώ διά Λάρισσαν. Κάθε απομάκρυνσίς μου προς Βορράν των Αθηνών μού κοστίζει ακόμη πολύ.


Κατά την τρίτη αναχώρηση είναι ψυχραιμότερος. Εντούτοις, διακρίνει κανείς μια βαθιά οδύνη που τη φυλάει για τον εαυτό του: Επί πολλήν ώραν έκλαυσα ουδέν άλλο δυνάμενος να συλλογισθώ ή μη μόνον την Νάταν μου τα παιδιά μου και όλους όσους αγαπώ και λατρεύω. Κατόπιν όμως εσυλλογίσθην πόσον περισσότερον εμού υποφέρουν οι δυστυχείς αδελφοί μας οι οποίοι διά του εγχειριδίου των Βουλγάρων αποχωρίζονται διά παντός από τα τέκνα των και τους γονείς των.

Πρόκειται για μια προσωπικότητα που διαρκώς διχάζεται, όχι μόνο ανάμεσα στο τι περιμένουν οι άλλοι από αυτόν, αλλά και στο τι περιμένει ο ίδιος από τον εαυτό του, απέναντι στον οποίο είναι πάρα πολύ αυστηρός.

Η δεύτερη και τρίτη αποστολή είχαν αρχίσει να μεταμορφώνουν τον γόνο αριστοκρατικής οικογένειας σε καπετάν Μίκη Ζέζα, ψευδώνυμο αγαπημένο, καθώς θύμιζε το γιο και τον πατέρα του. Η μεταμόρφωση σε πολεμιστή φαίνεται στις αναφορές στο σημειωματάριο και στις επιστολές προς τη Ναταλία. Τον μεγαλύτερο όγκο καταλαμβάνει τώρα η αποστολή του και όχι ο φόβος του πρώτου καιρού για αποτυχία. Καθώς περνούσε ο καιρός, η Μακεδονία ρουφούσε την ύπαρξη του Μελά.Παρότι οι αντάρτες του δυσπιστούσαν στις στρατιωτικές του ικανότητες, κανένας δεν τον πίκραινε. Η άνετη ζωή στην οποία είχε συνηθίσει θα μπορούσε κάλλιστα να τον είχε κάνει αντικείμενο διακωμώδησης στους σκληροτράχηλους αντάρτες και χωρικούς. Αντιθέτως, έχαιρε γενικής εκτίμησης. Ο αγαπημένος ονειροπόλος των αθηναϊκών σαλονιών, είχε γίνει ο αγαπημένος της Μακεδονίας.

Ο Κοντούλης θα πρέπει να ήταν ο μόνος που είχε εμπιστοσύνη εξαρχής στον Μελά, καθώς επέμενε να τον συμπεριλάβει στην αποστολή, παρά τις επιφυλάξεις της κυβέρνησης. Θα περίμενε κανείς από έναν στρατιωτικό να τον απέρριπτε, καθώς ήδη την ημέρα της αναχώρησης ξεσπά παρουσία του Κοντούλη σε κλάματα: Ο Κοντούλης ήλθε να με χαιρετήση όταν φεύγει του λέγω ότι ευτυχώς που δεν έχει εν Μίκην και τότε πλέον δεν εδυνήθην να κρατήσω και έκλαυσα φοβερά.

Ο επικεφαλής των αξιωματικών, όμως, φαίνεται ότι ήταν αρκετά διορατικός, ώστε να έχει εμπιστοσύνη στον Μελά μεγαλύτερη απ' ό,τι είχε ο εκείνος στον εαυτό του. Και δεν διαψεύστηκε. Η αφοσίωση των οπαδών του καπετάν Ζέζα και η λατρεία των χωρικών Μακεδόνων οφειλόταν σε όλα τα χαρίσματα που ο Κοντούλης διείδε και στα οποία έδωσε την ευκαιρία να αξιοποιηθούν.

Στα σημειωματάρια ο Μελάς προσπαθεί να αποτυπώσει με ακρίβεια την απλή καθημερινότητα, η οποία θα τον βοηθούσε να διατηρήσει την ανθρωπιά του σ' έναν αγώνα που συχνά διεξαγόταν με ξένες προς την ανθρώπινη φύση μεθόδους. Ο Μελάς δεν ήταν καιροσκόπος ούτε ληστής που προσδοκούσε αμνηστία. Hταν ένας οικογενειάρχης, ο οποίος βασανιζόταν από ηθικά διλήμματα πριν από την πρώτη έξοδό του στη Μακεδονία και ο οποίος είχε ήδη αποφασίσει να θυσιαστεί.

Iσως ο ιδιόμορφος θάνατός του μοιάζει με ξεγέλασμα της Μοίρας που τον εμπόδισε τελικά να γνωρίσει τα όρια των δυνατοτήτων του, που τόσο πολύ ποθούσε σε ολόκληρη τη ζωή του. Αν παρέμενε στη ζωή, ίσως μεταμορφωνόταν σε ό,τι απεχθανόταν: στυγνό εκτελεστή, υπερφίαλο διπλωμάτη, πολιτευτή που σε αντίτιμο των αγώνων του ζητούσε την ψήφο των Μακεδόνων, προσκεκλημένο των εφημερίδων όπου θα αντιμαχόταν παλαιούς συναγωνιστές. Αντιθέτως, το ξεγέλασμα της Μοίρας πραγματοποίησε έναν από τους στόχους του Μελά, αλλά και του Κοντούλη. Να έχουν πρότυπο οι Μακεδόνες έναν ήρωα. Γιατί τι άλλο μπορεί να είναι ένας άνθρωπος που για τη σωτηρία των άλλων ρίχνεται σε έναν ανελέητο αγώνα με τον ίδιο του τον εαυτό;




Leave a Reply.

    free counters
    Picture
    ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΓΑΠΕΣ ΔΙΑΡΚΟΥΝ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
    Picture
    ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΙ-ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ
    Picture
    ΗΡΘΑΜΕ ΚΑΙ ΕΔΩ
    Picture
    Picture
    Picture

    ΚΛΥΣΜΑ
    σ’ έναν τρελό κόσμο η απλή, καθημερινή λογική δεν επαρκεί – αλλά η αληθινή νοημοσύνη δε στηρίχτηκε ποτέ στη λογική όσο στη διαίσθηση και τη φαντασία.

    Picture
    Picture
    Picture
    Picture
    Picture
    Picture

    Archives

    July 2012
    June 2012
    May 2012
    April 2012
    January 2012
    December 2011
    November 2011
    October 2011
    September 2011
    August 2011
    July 2011
    June 2011
    May 2011
    April 2011
    March 2011
    February 2011
    December 2010
    November 2010
    October 2010